Αρχείο

Archive for the ‘Κοινωνική εξέγερση’ Category

Ο φόνος και το ξέσπασμα

28 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Του Χαριδημου Κ. Τσουκα *, Η Καθημερινή, 28/12/2008

Ακόμα και για μια χώρα εθισμένη στην υπερβολή, η κοινωνική αναταραχή που προκάλεσε ο φόνος του εφήβου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από αστυνομικό, στα Εξάρχεια, ήταν πρωτοφανής. Πώς εξηγείται; Δύο παράγοντες πρέπει να ληφθούν, καταρχήν, υπόψη: η δύναμη του τυχαίου γεγονότος και η ιστορική έλλειψη εμπιστοσύνης σε βασικούς κρατικούς θεσμούς, ιδιαίτερα την Αστυνομία.

Ο καθένας θα μπορούσε να είναι στη θέση του Αλέξανδρου. Ούτε ταραχές υπήρχαν στα Εξάρχεια εκείνες τις μέρες ούτε ο μαθητής μετείχε σε βίαιες πράξεις κατά της Αστυνομίας. Τυχαία ήταν εκεί. Ο τυχαίος φόνος σοκάρει ιδιαίτερα γιατί μας καταλαμβάνει απροετοίμαστους – δεν διαθέτουμε έτοιμα σχήματα να τον ερμηνεύσουμε. Το γεγονός του τραγικού θανάτου, ιδιαίτερα όταν μεταδίδεται δραματοποιημένο από τα ΜΜΕ, δημιουργεί ένα κοινό για όλους σημείο αναφοράς, μας κάνει συμμέτοχους στην τρωτότητα της ύπαρξης, νιώθουμε παρόμοια συναισθήματα.

Τι νιώσαμε; Σοκ, απορία, οργή. Αυτά τα συναισθήματα διακατείχαν πολλούς νέους, ιδιαίτερα όσους ξεχύθηκαν στους δρόμους των ελληνικών πόλεων το Σαββατόβραδο του φόνου, την Κυριακή και τη Δευτέρα, όταν το σοκ ήταν νωπό και οι διαμαρτυρίες αυθόρμητες. Οι νέοι που συμμετείχαν σε εκείνες τις εκδηλώσεις εξέφρασαν πένθος, θυμό, ακόμη και μίσος. Εναντίον τίνος; Κατά της Αστυνομίας και εναντίον αυτών που συμβολίζει η Αστυνομία – τη δημόσια τάξη, την κρατική εξουσία, και, συνεκδοχικά, την κοινωνική οργάνωση που υπηρετεί η κρατική εξουσία. Το χρόνιο ελλαδικό έλλειμμα εμπιστοσύνης στο κράτος και τους θεσμούς εμφανίστηκε, σε πλήρη ανάπτυξη, ξανά.

Τα συνθήματα στους τοίχους της Αθήνας ήταν αποκαλυπτικά: «Αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη»· «6/12/08 – Αυτή η ημερομηνία θα γραφεί με αίμα μπάτσων»· «Αλέξη μη φοβάσαι, είμαστε μαζί σου. Αυτό το κωλοκράτος θα πέσει προς τιμήν σου». Μια μαθήτρια της Γ΄ Λυκείου ομολόγησε: «Πέθανε σας λέω – εκδίκηση. […] Σπάστε τα όλα. Σπάστε, σπάστε να γίνει η Αθήνα μαύρη σ’ ένα βράδυ. Να μην υπάρχει τίποτα αύριο. Να ξεκινήσουν όλα από το μηδέν» («Ελευθεροτυπία», 9/12/2008). Ενα τέτοιο «κωλοκράτος» δεν μπορεί παρά να εδράζεται σε μια σάπια κοινωνική οργάνωση: «Η δημοκρατία σας βρωμάει δακρυγόνο», «Να καεί, να καεί το μπου…λο η Βουλή», «Τα πλούτη τους είναι το αίμα μας».

Αυτή η μηδενιστική στάση, υποβοηθούμενη από την εύκολη προσφυγή σε βίαιες μορφές διαμαρτυρίας που παραδοσιακά χαρακτηρίζει τις αντιδράσεις κοινωνικών ομάδων, οδήγησε σε επιθέσεις κατά Αστυνομικών Τμημάτων, δημοσίων κτιρίων και «αντιπαθών», στην παρούσα συγκυρία, εταιρειών όπως οι τράπεζες. Σε ένα τέτοιο κλίμα, οι ομάδες των εκ συστήματος καταστροφολάγνων ολοκλήρωσαν τον κύκλο της βίας με πυρπολήσεις και λεηλασίες ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας.

Τι εξηγεί τη μηδενιστική έκρηξη; Προσέξτε τα συνθήματα των διαδηλωτών και τα γκράφιτι στους τοίχους. Χαρακτηρίζονται από «έμμεση διαλογικότητα» – ο λόγος τους αρθρώνεται σε συνάφεια με τον περιβάλλοντα λόγο. Οι αστυνομικοί είναι «μπάτσοι», το κράτος είναι «κωλοκράτος», η δημοκρατία «βρωμάει», η Βουλή είναι «μπου…λο», οι επιχειρήσεις μάς ρουφάνε το «αίμα». Η έλλειψη εκτίμησης σε θεσμούς είναι διάχυτη. Σας θυμίζει κάτι αυτός ο λόγος; Ετσι, λίγο – πολύ, ίσως πιο κόσμια (αν και δεν είμαι σίγουρος…), δεν μιλάμε οι περισσότεροι στην καθημερινότητά μας; Ετσι δεν αισθανόμαστε για τους θεσμούς της χώρας; Οι νέοι επιστρέφουν με αιχμηρή και απροσχημάτιστη ευθύτητα τον τύπο λόγου στον οποίο είναι εκτεθειμένοι στον κόσμο των μεγάλων.

Εμείς οι μεγάλοι γιατί μιλάμε τόσο απαξιωτικά για τη χώρα; Γιατί έτσι, κυρίως, νιώθουμε. Διότι ζούμε σε μια ευρωπαϊκή χώρα με σχεδόν τρικοκοσμικό δημόσιο βίο: μια χώρα που παράγει συστηματικά χαμηλή ποιότητα ζωής, αναξιοπρέπεια, ευνοιοκρατία, σκάνδαλα, και διαφθορά. Πώς να αισθανθείς στη χώρα του Μαγγίνα και του Κεφαλογιάννη, του Βουλγαράκη και του Εφραίμ, του Τσουκάτου, της «Μίζενς» και της «Μιζοκόμ»; Τι να νιώσεις όταν βλέπεις γενικευμένη αυθαιρεσία, απίστευτη ατιμωρησία, διαβρωτικό κομματισμό, κι ένα ανυπόληπτο κράτος;

Τα περισσότερα προβλήματα, βέβαια, δεν είναι καινούργια αλλά επιτείνουν χρόνια προβλήματα, τα οποία το πολιτικό σύστημα αποδεδειγμένα δεν θέλει να αντιμετωπίσει. Το καινούργιο είναι ότι, τα τελευταία τρία χρόνια, η συσσώρευση των προβλημάτων μεγάλωσε την απογοήτευση και παρόξυνε τις αντιδράσεις. Η δυσάρεστη ατμόσφαιρα διαποτίζει το λόγο των νέων μέσα από τον κυρίαρχο λόγο των μεγάλων – τις εφημερίδες, τα ΜΜΕ, τις συζητήσεις στην οικογένεια, τις κουβέντες στο πόδι. Κυριαρχεί η απαξίωση, η αηδία, η κατήφεια, η ιδιώτευση και η μοιρολατρία.

Και οι «διεκδικήσεις» των νέων; Οι αυθόρμητες διαμαρτυρίες των τριών πρώτων ημερών δεν περιείχαν διεκδικήσεις, μόνο θυμό και οργή για «το κράτος που δολοφονεί». Οι «διεκδικήσεις» προέκυψαν εκ των υστέρων, με την οικειοποίηση του αυθόρμητου νεανικού λόγου από κόμματα και οργανωμένους φορείς. Η γενικευμένη «αντίσταση» (και τα συνοδευτικά αιτήματα) προβλήθηκε αναδρομικά, σε μια προσπάθεια να εκλογικευτεί η αυθόρμητη διαμαρτυρία. Προβάλλοντας πάνω του τα «αιτήματα» που «θα έπρεπε» να έχει, το ξέσπασμα μεταποιήθηκε σε «κίνημα». Η διαδικασία της εκλογίκευσης είναι ρευστή και συνιστά η ίδια ένα διακύβευμα.

Ο Αλέξανδρος ήθελε απλώς να πιει μια μπίρα με τους φίλους του στα Εξάρχεια, τίποτα παραπάνω. Το τραγικό είναι ότι «χρειαζόμασταν» το θάνατό του για να φωνάξουμε δυνατά για όλα αυτά που χρόνια μας πνίγουν. Το δράμα της χώρας είναι η αυτο-καταστροφική μανία που συχνά την καταλαμβάνει: «χρειάζεται» αίμα αθώων, «εμφυλιοπολεμικό» κλίμα, και καταστροφές περιουσιών για να ταρακουνηθεί το σάπιο πολιτικό της σύστημα – αν ταρακουνηθεί…

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στο ALBA και στο Πανεπιστήμιο Warwick.

Χωρίς πολιτική η κυβέρνηση

27 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Του Πάνου Μαραγκού

Του Πάνου Μαραγκού

ΕΙΝΑΙ επίμονη και εύλογη η προσπάθεια της κυβέρνησης να καλλιεργήσει την εντύπωση ότι η διεθνής κρίση είναι η κύρια, αν όχι και η μοναδική, αιτία των προβλημάτων της οικονομίας μας. Αλλωστε, κάποιοι έχουν ακόμη το θράσος να διατείνονται ότι βρισκόμαστε σε πλεονεκτική θέση έναντι άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

ΩΣΤΟΣΟ, οι πληροφορίες από τις Βρυξέλλες άλλα λένε. Και τα πολλά και άσχημα που προοιωνίζονται δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία ότι η κρίση που συγκλονίζει την παγκόσμια οικονομική κοινότητα επιδεινώνει στη χώρα μας μια ήδη δύσκολη κατάσταση, την οποία η πολιτική της κυβέρνησης έχει δημιουργήσει.

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ εκείνο που αποδεικνύεται είναι ότι ο Κ. Καραμανλής και οι συνεργάτες του έχουν χάσει τον έλεγχο της κατάστασης και έχουν μεταβληθεί σε απλούς θεατές των εξελίξεων. Και οι όποιες, ενδεχομένως, αμφιβολίες ότι έτσι είναι διαλύονται από την αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι ο προϋπολογισμός που μόλις πριν από μερικά εικοσιτετράωρα ψηφίστηκε έχει ήδη καταστεί ένα κείμενο χωρίς ουσιαστική αξία.

ΑΛΛΩΣΤΕ, αμφίβολης σοβαρότητας ήταν και από τη μέρα της κατάθεσής του, μια και τα όσα προέβλεπε ελάχιστη σχέση είχαν με την πραγματικότητα. Ακόμη και ο ίδιος ο Γ. Αλογοσκούφης έχει ομολογήσει ότι θα αποδειχθεί αναγκαία η αναθεώρηση ορισμένων στόχων του. Αλλά με τα όσα διαφαίνεται ότι θα υποχρεωθούμε από τις Βρυξέλλες να εφαρμόσουμε δεν μένει τίποτα όρθιο από το κείμενο που οι 151 της κυβερνητικής πλειοψηφίας ψήφισαν ως προϋπολογισμό του 2009.

ΓΙ ΑΥΤΟ και καμιά σημασία δεν έχει αν θ αλλάξει ή δεν θ αλλάξει ο επικεφαλής του υπουργείου Οικονομίας ή αν θα είναι μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης ο ανασχηματισμός που επί μήνες προαναγγέλλεται. Το ουσιαστικό είναι ότι η κυβέρνηση πορευόταν χωρίς οικονομική πολιτική και είναι πλέον αργά για να χαράξει νέα και αξιόπιστη και με βάση αυτή να διαπραγματευτεί τις όποιες παρεμβάσεις των Βρυξελλών. [ΕΘΝΟΣ ΓΝΩΜΗ, 27/12/2008]

Η συνωμοσία της βλακείας

24 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Του Αλεξη Παπαχελα, Η Καθημερινή, 24/12/2008

Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες ο εγγονός του ιστορικού σταθμάρχη της CIA Toμ Καραμεσίνη, ο Τζέρι Καραμεσίνης, εμφανίσθηκε προχθές στη Νομική Σχολή και πέταξε δύο μολότοφ στη Σόλωνος. Ανήκε σε μια ειδική επιχειρησιακή ομάδα του αμερικανικού Πενταγώνου, που έχει ως σχέδιο να κάψει σιγά – σιγά ένα μεγάλο μέρος ελληνικού εδάφους και στο τέλος να πυρπολήσει το ελληνικό κομμάτι του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη. Πρόκειται για καλά μελετημένο σχέδιο αποσταθεροποίησης της χώρας…

Αφου διευκρινίσουμε –για παν ενδεχόμενο– ότι οι παραπάνω πληροφορίες αποτελούν αποκύημα φαντασίας, θα πρέπει να σημειώσουμε πως δυστυχώς υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι στην Ελλάδα του 2008 οι οποίοι κυκλοφορούν βλακώδη σενάρια, εμπλέκοντας ξένες δυνάμεις στην κρίση βίας που βιώνουμε αυτές τις μέρες.

Δεν είναι η πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική μας ιστορία που αρνούμεθα να αντιμετωπίσουμε με ωριμότητα ένα φαινόμενο. Οταν η «17 Νοέμβρη» βρισκόταν στο απόγειό της, ανθούσαν δεκάδες θεωρίες συνωμοσίας: ο Ανδρέας ήταν ο αφανής αρχηγός της οργάνωσης, επρόκειτο για παρακρατικό παρακλάδι της «Κόκκινης Προβιάς», ειδική ομάδα με Αμερικανούς πράκτορες κ.λπ κ.λπ. Οι εφημερίδες της εποχής ήταν γεμάτες από τέτοιου είδους θεωρίες και ερμηνείες που βόλευαν τους πάντες, ειδικά αυτούς που δεν ήθελαν ή δεν ήξεραν να κάνουν τη δουλειά τους.

Με την εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη» αποδείχθηκε εν τέλει το αυτονόητο. Το ελληνικό κράτος ήταν παντελώς διαλυμένο και ανέτοιμο να αντιμετωπίσει μια σοβαρή κρίση τρομοκρατίας. Οι αστυνομικοί δούλευαν σαν παλιοί χωροφύλακες ψάχνοντας πάντοτε μοτοσυκλέτα διαφυγής, ενώ οι τρομοκράτες έπαιρναν απλώς ταξί ή λεωφορείο. Οι αξιωματικοί απέδιδαν μονίμως τη μη σύλληψη των τρομοκρατών στην «κακή τους τύχη». Οι πολιτικοί φοβόντουσαν να κάνουν τη δουλειά τους για να μην κάνουν κάποια γκάφα προκαλώντας μερίδα του Τύπου. Η ελληνική κοινωνία αδιαφορούσε για το πρόβλημα και τα θύματά του. Στο τέλος δηλαδή της ιστορίας δεν υπήρχε καμιά μεγάλη συνωμοσία, αλλά απλή ανικανότητα πολιτικών αλλά και κρατικών λειτουργών καθώς και έλλειψη πολιτικής βούλησης. Οταν το πράγμα σοβάρεψε, λόγω Βρετανών και Ολυμπιακών, το πρόβλημα λύθηκε.

Δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται. Τα τελευταία χρόνια έχουν συμβεί σημαντικά γεγονότα: η δολοφονία του ειδικού φρουρού τον Δεκέμβριο του 2005, οι βομβιστικές επιθέσεις κατά Βουλγαράκη και άλλων στόχων, δολοφονικές επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα κ.λπ. Η πολιτική ηγεσία δεν κατάλαβε ποτέ το πρόβλημα και δεν του απέδωσε σημασία, παροπλίζοντας πολύτιμα στελέχη του κρατικού μηχανισμού. Οσοι, θεωρούμενοι «παράφρονες», προέβλεπαν πως τα φαινόμενα βίας και τρομοκρατίας θα αναζωπυρώνονταν, δικαιολογημένα τώρα ανησυχούν. Γιατί όταν η ανικανότητα κράτους και πολιτικών συνδυάζεται με μια περίοδο σήψης και απονομιμοποίησης της αστυνομίας και του κράτους, τα πράγματα γίνονται πιο επικίνδυνα.

Θα ήταν κρίμα να γυρίσουμε στη δεκαετία του ’80 αναζητώντας πάλι προβοκάτορες και ξένες δυνάμεις σε ένα εγχώριο πρόβλημα προκειμένου να δικαιολογήσουμε τις δικές μας αδυναμίες. Το ανησυχητικό δεν είναι ότι όσα ζούμε συντονίζονται από κάποιο σκοτεινό κέντρο, το ανησυχητικό είναι πως αν πράγματι μια ξένη δύναμη ήθελε να μας αποσταθεροποιήσει, θα καταλάβαινε πόσο εύκολο είναι. Και κάτι ακόμη: ελπίζουμε όλοι ότι οι τριτοκοσμικές θεωρίες συνωμοσίας περί ξένων δυνάμεων δεν προέρχονται από παρακυβερνητικούς κύκλους. Γιατί αυτό θα σήμαινε πως δεν μπορούν να προστατεύσουν τη χώρα ούτε απέναντι σε εσωτερικό ούτε σε εξωτερικό κίνδυνο, αλλά ούτε εν τέλει και απέναντι στη βλακεία…

Βία στη βία, τίνος ακριβώς;

24 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Tου Πασχου Μανδραβελη, Η Καθημερινή, 24/12/2008

Tο να ζει κάποιος σε μια πόλη πλημμυρισμένη από αυτοκίνητα δεν είναι και το πιο ευχάριστο πράγμα. Ειδικά, όταν τα αυτοκίνητα είναι των άλλων. Ομως ένα σύνθημα στις μέρες της ταραχής πρέπει να μας προβληματίσει. «Βία, στη βία των αυτοκινήτων», έγραψαν κάποιοι στον τοίχο και ίσως να είναι οι ίδιοι που πυρπόλησαν δεκάδες Ι.Χ.

Ασκούν λοιπόν τα αυτοκίνητα βία; Μεταφορικώς ναι, αλλά πάλι σ’ αυτή τη χώρα η έννοια της βίας έχει ξεχειλώσει τόσο πολύ που τα πάντα ασκούν βία. Ο λόγος, έχει ειπωθεί, ασκεί βία και γι’ αυτό φροντίζουμε να τον περιορίσουμε. Τα σχολεία, λέγεται, ασκούν βία και γι’ αυτό τα καταλαμβάνουμε. Η εξουσία ασκεί βία και γι’ αυτό θέλουμε να την καταλύσουμε. Οι νόμοι ασκούν βία και γι’ αυτό τους καταργούμε στην πράξη. Το θέμα όμως είναι ότι με τόση πολύ μεταφορική βία, δεν χάνει απλώς η έννοια τη σημασία της. Παύουν να ιεραρχούνται και οι πράξεις. Αν όλα είναι βία, τότε κάθε βία είναι δικαιολογημένη. Αν τ’ αυτοκίνητα είναι βία, τότε η καταστροφή τους είναι αυτοάμυνα.

Ενα από τα βασικά προβλήματα της χώρας είναι ότι αδυνατούμε να ιεραρχήσουμε και ως εκ τούτου δεν μπορούμε να κουβεντιάσουμε. Οι μεταφορές έχουν πάρει τη θέση των επιχειρημάτων, οι απολυτότητες γίνονται κανόνες και τα κλισέ πολιτική. Τίποτε δεν διηθείται από τη σκέψη και όλα οδηγούν στην απελπισία.

Αυτές οι εύκολες και ως εκ τούτου γοητευτικές απολυτότητες δεν εκστομίζονται μόνο από περιθωριακές ομάδες. Aναπαράγονται σε κάθε επίπεδο του δημόσιου διαλόγου. Η φράση «η κοινωνία σας είναι η φυλακή μας», μπορεί να γράφτηκε με μαύρο μαρκαδόρο, αλλά αναπαράγεται δίκην επιχειρήματος σε όλα τα επίπεδα. Από το κουβεντολόι της τηλεόρασης, μέχρι και στα βιβλία των μεταμοντέρνων στοχαστών· εκείνων που δεν μπορούν να διακρίνουν τη διαφορά των φυσικών νόμων από τους θεσμοθετημένους κανόνες. Το σύνθημα «να καεί, να καεί, το μπ… η Βουλή» ακούγεται λογικό όταν κυρίαρχο κλισέ στον δημόσιο διάλογο είναι το «όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι» ή «τα κόμματα κάνουν κακό στην κοινωνία» κ.ο.κ. Το γραμμένο με σπρέι «το σύστημα διδασκαλίας, είναι η διδασκαλία του συστήματος», ξεκινά από δεκάδες αναλύσεις για το πώς η εκπαίδευση αναπαράγει τις αξίες της κυρίαρχης ιδεολογίας, λες και η Παιδεία θα μπορούσε να έχει ως κεντρικό της άξονα τις αξίες των Σουαχίλι.

Οι μεταφορικές απολυτότητες αυτού του τύπου αποτελούν προνομιακό όπλο της Αριστεράς -είναι, εξάλλου, η πρώτη διδάξασα της μεταμοντέρνας ανοησίας- αλλά δεν περιορίζονται στην Αριστερά. Ετσι η συμβολική διαμαρτυρία στην ΕΡΤ θεωρήθηκε «πραξικόπημα» και η ανάρτηση πανό στην Ακρόπολη εξισώθηκε με τις λεηλασίες και τις καταστροφές. Παράνομα είναι όλα, όπως παράνομο μπορεί να είναι το παρκάρισμα κάπου και παράνομη είναι η παραβίαση ερυθρού σηματοδότη. Σε μια ευνομούμενη κοινωνία κάθε παράβαση πρέπει να τιμωρείται, αλλά για να συνεννοούμαστε πρέπει να τα διακρίνουμε το μικρό από το μεγάλο.

Το πρώτο βήμα για την επίλυση ενός προβλήματος είναι η ακριβής περιγραφή του. Οταν στη συζήτηση κυριαρχούν οι ανερμάτιστες μεταφορές, όχι μόνο δεν βρίσκουμε άκρη, αλλά απλώς σωρεύουμε προβλήματα. Μέχρι το κρίσιμο σημείο που η κοινωνία εκρήγνυται. Κυριολεκτικώς…

Τη νύχτα, εκατοντάδες οι καταληψίες

23 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε


Τα… αποκαΐδια μιας κατάληψης περιμένουν να δουν οι πρυτάνεις των κεντρικών ιδρυμάτων της Αθήνας. Εως τώρα η γενική εικόνα είναι ότι δεν υπάρχουν μεγάλες καταστροφές στα υπό κατάληψη ιδρύματα, όμως ουδείς μπορεί να γνωρίζει την ακριβή κατάσταση. Το ενδιαφέρον στρέφεται στο ΕΜΠ, στο ιστορικό κτίριο της οδού Πατησίων, το οποίο, σύμφωνα με πανεπιστημιακούς, έχουν ορμητήριο οι πλέον σκληροπυρηνικοί καταληψίες, οι οποίοι ωστόσο έχουν σταθερή επικοινωνία με τους καταληψίες της Νομικής, του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ) και της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ).

Κύριο χαρακτηριστικό των καταλήψεων στα ΑΕΙ είναι –όπως συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις– ότι ο αριθμός των καταληψιών αυξάνεται τις βραδινές ώρες. Στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών κατά τις βραδινές ώρες οι καταληψίες προσεγγίζουν τους 700, θυμίζοντας ώρες κανονικής ροής μαθημάτων στο ίδρυμα.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις όσων πανεπιστημιακών έχουν πρόσβαση στα υπό κατάληψη ιδρύματα, ώς τώρα δεν υπάρχουν μεγάλες καταστροφές σε εξοπλισμό (γραφεία, Η/Υ) και αρχεία στο ΕΜΠ, στη Νομική και το ΟΠΑ. Οι καταληψίες έχουν καταστρέψει μάρμαρα και έχουν σπάσει τζάμια, ενώ για να αποκτήσουν πρόσβαση σε χώρους έχουν παραβιάσει πόρτες. Βέβαια, μεγάλες είναι οι επιπτώσεις στη λειτουργία των ιδρυμάτων. Τα μαθήματα έχουν πάει πίσω, με αποτέλεσμα να είναι ορατός ο κίνδυνος παράτασης του εξαμήνου. Το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι τελειόφοιτοι, που έχουν ή θέλουν να προγραμματίσουν τις επόμενες κινήσεις τους.

Η κυβέρνηση απαξιώθηκε πολιτικά

21 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Έχοντας πληγεί καίρια από τα σκάνδαλα, βρίσκεται πλέον σε σύγχυση και αμηχανία

Του Σταύρου Λυγερού, Η Καθημερινή, 21/12/2008

Συνήθως αυτοί που περιμένουν με μεγαλύτερη ανυπομονησία τα Χριστούγεννα είναι τα παιδιά, λόγω διακοπών και δώρων. Αυτή τη φορά, όμως, ο κανόνας έχει καταλυθεί. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με την ανυπομονησία της κυβέρνησης. Ευρισκόμενη σε σύγχυση και πολιτική αμηχανία, χωρίς σχέδιο για την ανάκτηση του ελέγχου και την αποκατάσταση της έννομης τάξης, έχει εναποθέσει τις ελπίδες της στην κατευναστική επίδραση των εορτών.

Αν κρίνουμε από τον προγραμματισμό νέων κινητοποιήσεων, αλλά κυρίως από το βαρύ κλίμα, οι εορτές θα είναι πιθανότατα μία απλή παρένθεση. Οι επιπτώσεις της κρίσης στην πραγματική οικονομία δεν προκαλούν μόνο ανεργία και συρρίκνωση των εισοδημάτων. Επιδεινώνουν δραματικά και την ήδη πολύ προβληματική δημοσιονομική κατάσταση. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που να είναι ορατός δια γυμνού οφθαλμού ο κίνδυνος να προκύψει κραχ στους μηχανισμούς του κοινωνικού κράτους. Τα Ταμεία δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς ασφαλισμένους και τα νοσοκομεία δυσκολεύονται να διεκπεραιώσουν την αποστολή τους.

  • Ασταθής ισορροπία

Ο κίνδυνος αυτός απειλεί να προσδώσει μία άλλη διάσταση στην ιδιότυπη κοινωνική εξέγερση των τελευταίων ημερών. Ακόμα κι αν δεν επιβεβαιωθεί το ανησυχητικό αυτό σενάριο, ακόμα κι αν το νεανικό κίνημα εκτονωθεί, η ατμόσφαιρα θα παραμείνει φορτισμένη. Στο σημείο που έχουμε φθάσει, η ισορροπία είναι τόσο ασταθής, που μπορεί να ανατραπεί από τυχαία γεγονότα, ή από την παρέμβαση κάποιου προβοκάτορα, που λειτουργεί μόνος του ή κατόπιν εντολών.

Οπως επιβεβαιώνεται κι από τις δημοσκοπήσεις, η κυβέρνηση έχει απαξιωθεί πολιτικά. Το σκάνδαλο του Βατοπεδίου ξεχείλισε το ποτήρι και οδήγησε στην ανατροπή του ήδη διαβρωμένου «γαλάζιου» προβαδίσματος. Η άλγεβρα της πολιτικής έδειχνε πολύ πριν ότι το τοπίο είχε καταστεί πολύ πιο ρευστό απ’ όσο εκ πρώτης όψεως φαινόταν.

Τα σκάνδαλα δρομολόγησαν την αποσάρθρωση της εκλογικής βάσης του κυβερνώντος κόμματος. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η νεανική έκρηξη το βρήκε να παραπαίει, χωρίς δυνατότητα αποτελεσματικής πολιτικής παρέμβασης. Σε αυτές τις συνθήκες και με δεδομένες τις εγγενείς δυσλειτουργίες της αστυνομίας, η επιλογή του πρωθυπουργού να αποφύγει τη σκληρή και με κάθε μέσο καταστολή ήταν το μικρότερο κακό. Αναμφίβολα, είχε σοβαρό κόστος, αλλά η άλλη οδός θα είχε πολύ μεγαλύτερο. Οι πιθανότητες να είχαμε κι άλλους νεκρούς ήταν πάρα πολλές με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε όλα τα επίπεδα.

Στην κυβέρνηση υπήρχε και η άρρητη προσδοκία ότι οι καταστροφές και οι λεηλασίες των πρώτων ημερών αφενός θα εκτόνωναν τα φορτία της νεανικής οργής κι αφετέρου θα ενεργοποιούσαν τα ανακλαστικά της κοινωνίας για επιβολή του «νόμου και της τάξης». Ανακλαστικά, που θα έστελναν στην πολιτική αγκαλιά της Ν.Δ. σημαντικά τμήματα των μεσοστρωμάτων.

  • Συνταγή μπούμερανγκ

Η συνταγή, όμως, έφερε το αντίθετο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Εγινε μπούμερανγκ. Ακόμα και όσοι αγανακτούν για τις διαδηλώσεις και τη διατάραξη της κοινωνικής ζωής, δικαιολογημένα απαιτούν από την κυβέρνηση να λύσει το πρόβλημα. Αντί γι’ αυτό, η κυβέρνηση «έχασε την μπάλα» και με τη στάση της βρέθηκε σε διασταυρούμενα πυρά: Δεν της καταλογίζουν ευθύνες μόνο εκείνοι, που δίνουν έμφαση στις ποικίλες εκτροπές αστυνομικών. Της καταλογίζουν και όσοι έχουν αγανακτήσει με την ανικανότητά της να διαφυλάξει την έννομη τάξη και να προστατεύσει τις περιουσίες. Αυτό πρακτικά σημαίνει εκλογικές διαρροές και από τις δύο πλευρές, πράγμα που φάνηκε καθαρά στην πρόσφατη δημοσκόπηση της VPRC.

Η κυβέρνηση, βεβαίως, κάνει ό,τι μπορεί για να αυτοπροβληθεί σαν παράγοντας ευθύνης, σοβαρότητας και σταθερότητας. Στο πλαίσιο αυτό, ενορχήστρωσε και την επιχείρηση πολιτικής ενοχοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ για την κοινωνική αναταραχή. Της το επέτρεψε το γεγονός ότι ο Περισσός άρχισε πρώτος να «πυροβολεί» την Κουμουνδούρου. Το ΚΚΕ το έκανε αφενός λόγω του χρόνιου ανταγωνισμού του με τον Συνασπισμό κι αφετέρου, επειδή είναι πολύ δύσπιστος απέναντι σε αυθόρμητα κινήματα. Πολύ περισσότερο, όταν υπάρχει η σφραγίδα των κουκουλοφόρων. Στο παιχνίδι μπήκε αμέσως και ο ΛΑΟΣ. Ηταν μία χρυσή ευκαιρία να ανταποδώσει τις επανειλημμένες επιθέσεις που έχει δεχθεί από την Κουμουνδούρου.

  • «Υποκινητής» η δυσαρέσκεια

Στην πραγματικότητα, ο μεγάλος «υποκινητής» είναι το δυναμικό της συσσωρευμένης κοινωνικής δυσαρέσκειας και ο μεγάλος «προβοκάτορας» ο ειδικός φρουρός. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε σε καμία στιγμή τη δυνατότητα να επηρεάσει αποφασιστικά τα γεγονότα. Προσπάθησε, όμως, να δημιουργήσει μία πολιτική επαφή με τους εξεγερμένους νέους και γι’ αυτό τήρησε μία πιο εφεκτική στάση. Οι αντίπαλοί του πάτησαν σ’ αυτό για να τον στριμώξουν και να τον ενοχοποιήσουν.

Η Χαριλάου Τρικούπη απέφυγε να εμπλακεί, αν και κάποια στελέχη της δεν άντεξαν στον πειρασμό να ρίξουν και τα δικά τους βέλη. Από την Πέμπτη, όμως, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στήνει το ίδιο σκηνικό σε βάρος του ΠΑΣΟΚ. Επιχειρεί να το ενοχοποιήσει με αφορμή μία ανακοίνωση της Νεολαίας του. Εφθασε να ζητήσει από την αξιωματική αντιπολίτευση δήλωση αποκήρυξης, κατά τρόπο που θύμισε παλιούς κακούς καιρούς.

Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, ότι την ίδια ημέρα η Αλ. Παπαρήγα κατηγόρησε το ΠΑΣΟΚ για διγλωσσία σ’ ό,τι αφορά τους κουκουλοφόρους. Αν και το έπραξε στο πλαίσιο της θεωρίας ότι οι κουκουλοφόροι είναι μέρος της κρατικής καταστολής, η σημειολογία διευκολύνει την κυβερνητική επίθεση.

Είναι σαφές, ότι το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί μία φυγή προς τα εμπρός, καλλιεργώντας ακραία πόλωση. Αν και η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, ο πρωθυπουργός δεν έχει αξιόλογες εναλλακτικές λύσεις. Υπάρχει, βεβαίως, το χαρτί του ανασχηματισμού. Η απομάκρυνση των υπουργών που έχουν εμπλακεί στο σκάνδαλο του Βατοπεδίου και η είσοδος νέων προσώπων θα δημιουργήσουν κάποιες θετικές εντυπώσεις. Η πείρα διδάσκει, όμως, ότι κανένας ανασχηματισμός, όσο ριζικός κι αν ήταν, δεν στάθηκε ικανός από μόνος του να αντιστρέψει το κλίμα.

Ουσιαστικά, η πρωτοφανής επίθεση εναντίον της Χαριλάου Τρικούπη είναι κίνηση απελπισίας. Το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι ο εαυτός της κι όχι η αξιωματική αντιπολίτευση. Για την ακρίβεια, ο Γ. Παπανδρέου πρέπει να ανάψει λαμπάδα στον Κ. Καραμανλή, επειδή είναι το ναυάγιο της κυβέρνησης που ξανάστησε στα πόδια του το ΠΑΣΟΚ.

Βαλίτσες για Αθήνα!

21 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Του Burak Bekdil*, Η Καθημερινή, 21/12/2008

«Πας στην Αθήνα; Μήπως σου ’στριψε;», με ρώτησε φίλος μου. Ευτυχώς, δεν είχα ως αποστολή μου την κάλυψη των ταραχών, ενώ το συνέδριο στο οποίο είχα προσκληθεί, διεξαγόταν σε απομονωμένο σημείο. Ο φίλος μου, όμως, με συμβούλευσε να συμπεριλάβω αντιασφυξιογόνο μάσκα και κράνος στα πράγματά μου. Άλλος μού συνέστησε να ντύνομαι «σαν αναρχικός».

Δεν έκανα τίποτα από όλα αυτά και βασίστηκα στη γνώση μου της ελληνικής γλώσσας και στην ικανότητά μου να αναπαράγω το αντιαμερικανικό σύνθημα που άκουσα πριν από 35 χρόνια στην Ελλάδα: «Ανάθεμα την περιέργειά σου, Κολόμβε».

Αφού έδωσα εντολή στον χρηματιστή μου να επενδύσει όσο περισσότερα από τα κεφάλαιά μου μπορεί σε ελληνικές βιομηχανίες υαλοπινάκων, σκέφτηκα πόσο τυχεροί είναι οι Τούρκοι και οι Ελληνες. Οι ταραξίες στην Ελλάδα θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν την τουρκική αστυνομία, εάν ζούσαν από αυτή την πλευρά του Αιγαίου, ενώ οι Τούρκοι αστυνομικοί θα έπρεπε να συγκρουστούν με Ελληνες διαδηλωτές, αν ζούσαν εκεί, ακολουθώντας πολιτικές διαταγές που απαγορεύουν τη χρήση βίας.

Οι επικρίσεις που αντιμετωπίζει ο Ελληνας πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής για κακοδιαχείριση της κρίσης είναι εύστοχες. Αντί να στραφεί σε Γερμανία ή Ισραήλ για να αναπληρώσει τα αποθέματα δακρυγόνων της, η Ελλάδα θα μπορούσε να καλέσει σε ενίσχυση διμοιρίες των τουρκικών ΜΑΤ. Είμαι βέβαιος ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν θα προσέφερε χείρα βοηθείας στον «καλό του φίλο Κώστα». Με την τουρκική αστυνομία στον δρόμο, οι Ελληνες διαδηλωτές θα «μετανοούσαν» ταχύτατα και θα εγκατέλειπαν τις ταραχές για τουλάχιστον μισόν αιώνα. Εναλλακτικά, ο κ. Καραμανλής, αντλώντας από τη ρητορική του Τούρκου ομολόγου του, θα μπορούσε να συστήσει στους Αθηναίους μαγαζάτορες να αμυνθούν, πυροβολώντας τους ταραξίες.

Ουδείς εξεπλάγη από τα στοιχεία δημοσκόπησης στην «Κ», που έδειχνε ότι 60% των Ελλήνων θεωρούν τις ταραχές κοινωνική εξέγερση. Γιατί, όμως; Φίλος, που μένει στην άλλη ακτή του Ατλαντικού, με ρώτησε: «Γιατί δεν κάθονται να πιουν το ούζο τους, απολαμβάνοντας τις ομορφιές της ζωής;» Η απλή απάντηση –σε περίπτωση που ο Καραμανλής διακρινόταν από αντιαμερικανισμό– θα μπορούσε να είναι: «Μα πρόκειται για επανάσταση του ούζου, για περισσότερη δημοκρατία».

Μήπως κίνητρο των ταραχών είναι η απελπισία, όπως υποστηρίζουν άλλοι αναλυτές; Τα εμπειρικά στοιχεία δείχνουν, όμως, ότι οι Ελληνες είναι ένας από τους πιο ευτυχισμένους λαούς του κόσμου, ενώ το ποσοστό ανεργίας του 7,4% δεν δικαιολογεί κοινωνική έκρηξη. Γιατί δεν εξεγείρονται οι Τούρκοι νέοι, με ποσοστά ανεργίας της τάξης του 10%;

Πώς μπορεί να ερμηνευθεί μία εξέγερση σε μια χώρα με κατά κεφαλήν εισόδημα τρεις φορές εκείνου της Τουρκίας και με διπλάσιο βασικό μισθό; Πώς δεν εξεγείρονται οι νέοι στην Τουρκία, όταν ουδείς αξιωματούχος παραιτείται για τον θάνατο του Εντζίν Τσεμπέρ, που βασανίστηκε μέχρι θανάτου σε αστυνομικό τμήμα; Τι θα έκαναν οι Ελληνες ταραξίες, αν μάθαιναν ότι το εκλογικό σώμα αυξήθηκε κατά 15% μέσα σε ένα χρόνο, λίγο πριν από τις εκλογές, όπως έγινε στην Τουρκία;

Διαφθορά και νεποτισμός; Η Ελλάδα παίζει στη δεύτερη κατηγορία στους τομείς αυτούς, ιδίως αν συγκριθεί με τη μόνιμη πρωταθλήτρια, Τουρκία. Τι θα έκαναν οι διαδηλωτές, αν εταιρεία ιδιοκτησίας του γαμπρού του κ. Καραμανλή εμφανιζόταν ως ο μοναδικός πλειοδότης κρατικού διαγωνισμού και αγόραζε τη δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία ΜΜΕ της χώρας, την αγορά της οποίας θα χρηματοδοτούσε με δύο κρατικά δάνεια;

Ολα αυτά μου έφεραν στον νου σφυγμομέτρηση του Σεπτεμβρίου, που έδειξε ότι 80% των Τούρκων δεν κρίνουν σημαντικό το θέμα της διαφθοράς, όταν προσέρχονται στην κάλπη. Στη δική μας πλευρά του Αιγαίου, ο κ. Βουλγαράκης δεν θα υποχρεούνταν σε παραίτηση για ζήτημα ηθικής –και όχι νομικής– τάξης.

Γιατί, όμως, υπάρχουν τόσο σημαντικές διαφορές μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων σε ό,τι αφορά την κρατική εξουσία;

Η απάντηση βρίσκεται ίσως στην προσωπικότητα ενός ανθρώπου, του Ελληνα βουλευτή, ποιητή και αντιστασιακού Αλέκου Παναγούλη, ο οποίος έγραφε τα ποιήματά του στους τοίχους του κελιού του με το αίμα του. Οταν ο Παναγούλης σκοτώθηκε σε ύποπτο αυτοκινητικό δυστύχημα, σχεδόν 2 εκατομμύρια Ελληνες προσήλθαν στην κηδεία του, φωνάζοντας «Ζει!». Το έτος ήταν 1976 και ο πληθυσμός της χώρας δεν είχε φθάσει τα 10 εκατομμύρια.

* Ο κ. Burak Bekdil είναι αρθρογράφος της εφημερίδας «Hurriyet».

«Οπλο» της ΕΛ.ΑΣ. οι… αυτοσχεδιασμοί

21 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Με μοναδικό νομοθετικό πλαίσιο ένα διάταγμα της δικτατορίας

Της Δωρας Αντωνιου, Η Καθημερινή, 21/12/2008

Ενα ανενεργό νομοθετικό πλαίσιο και πολλοί αυτοσχεδιασμοί είναι τα «όπλα» που έχει να επιδείξει, διαχρονικά, η αστυνομία για την αντιμετώπιση των διαδηλώσεων. Το μοναδικό νομοθετικό πλαίσιο που ορίζει τα της πραγματοποίησης διαδηλώσεων, τις ευθύνες των διοργανωτών, τους χώρους που μπορούν αυτές να πραγματοποιηθούν, τις αρμοδιότητες της αστυνομίας, είναι ένα διάταγμα της δικτατορίας, το 794 του 1971, το οποίο ουδέποτε αντικαταστάθηκε από κάτι πιο σύγχρονο και στην πράξη έχει καταστεί ανενεργό.

Σύμφωνα με όσα προβλέπει, οι διοργανωτές μιας διαδήλωσης θα πρέπει να γνωστοποιήσουν την πραγματοποίησή της στην αρμόδια αστυνομική αρχή τουλάχιστον 48 ώρες πριν. Σχεδόν ποτέ δεν ενημερώνεται η αστυνομία από διοργανωτές διαδήλωσης. Βασική πηγή ενημέρωσης για προγραμματισμένη συγκέντρωση και διαδήλωση είναι, όπως παραδέχονται οι ίδιοι οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., τα ΜΜΕ και τοιχοκολλημένες αφίσες, με τις οποίες προαναγγέλλεται. Από το συγκεκριμένο διάταγμα προκύπτει και ο μοναδικός χωροταξικός περιορισμός για συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, με την απαγόρευση συναθροίσεων ή πορειών σε ακτίνα 200 μέτρων από την κατοικία του Προέδρου της Δημοκρατίας και από κτίρια στα οποία εδρεύουν η Βουλή, το υπουργικό συμβούλιο και το Συνταγματικό Δικαστήριο. Η εφαρμογή αυτής της πρόβλεψης θα απέκλειε αυτόματα για τους διαδηλωτές τους κατ’ εξοχήν χώρους διαδηλώσεων στο κέντρο της Αθήνας.

Στο νομοθετικό κενό έρχεται να προστεθεί η συχνή διαφοροποίηση της μεθοδολογίας δράσης της αστυνομίας, με νέες μεθόδους να υιοθετούνται κατά καιρούς, να εγκαταλείπονται στην πορεία, να αντικαθίστανται από άλλες, στην προσπάθεια να αντιμετωπισθούν όσοι προκαλούν επεισόδια. Μόνο τα τελευταία χρόνια, από την αστυνομία δοκιμάστηκαν πολλοί διαφορετικοί τρόποι αντιμετώπισης των διαδηλωτών. Στις αρχές της δεκαετίας, για ένα χρονικό διάστημα, η αστυνομία είχε ακολουθήσει την τακτική των «προληπτικών ελέγχων». Αστυνομικοί με πολιτικά κινούνταν στους χώρους κοντά στο προκαθορισμένο σημείο συνάντησης των διαδηλωτών και όταν εντόπιζαν άτομα που φαίνονταν ύποπτα, προέβαιναν σε προληπτικούς ελέγχους για να διαπιστώσουν εάν υπήρχε κάτι επιλήψιμο.

Παρόμοιας λογικής ήταν η τακτική «εντοπίστε, απομονώστε, συλλάβατε», που υιοθετήθηκε μερικά χρόνια αργότερα. Ομάδες αστυνομικών είχαν ως καθήκον να ακολουθούν τους διαδηλωτές και μόλις εντόπιζαν κάποια ομάδα που ετοιμαζόταν να προβεί σε έκτροπα, προσπαθούσαν να τους απομονώσουν και να τους συλλάβουν.

Μετά, ήρθε η τακτική των «ευέλικτων ομάδων συλλήψεων». Σε αυτήν, αστυνομικοί με ελαφρύ εξοπλισμό, ώστε να μπορούν να κινούνται γρήγορα, καλύπτονταν πίσω από τις διμοιρίες των ΜΑΤ. Οταν τα ΜΑΤ δέχονταν επίθεση, μετά την πρώτη απόκρουση των επιτιθέμενων με δακρυγόνα, οι «ευέλικτοι» έβγαιναν μπροστά και τους καταδίωκαν για να τους συλλάβουν.

Μετά τα κρούσματα υπερβολικής αστυνομικής βίας που σημειώθηκαν στη διάρκεια των μεγάλων φοιτητικών συλλαλητηρίων το 2006 και της μεγάλης κατακραυγής που ακολούθησε, ιδιαίτερα μετά την υπόθεση «ζαρντινιέρας», υιοθετήθηκε η τακτική «στρατιωτάκια ακούνητα και αμίλητα», όπως την περιέγραψε ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Βύρων Πολύδωρας, η οποία συμπυκνώνεται σε παθητική στάση της αστυνομίας και απώθηση των διαδηλωτών, εφόσον επιχειρούσαν να σπάσουν τα αστυνομικά μπλόκα, με χρήση χημικών και δακρυγόνων.

Εκτός από αυτά που εφαρμόσθηκαν, κατά καιρούς ακούστηκαν και ιδέες οι οποίες δεν υιοθετήθηκαν. Πλέον χαρακτηριστικές, η πρόταση για χρήση οδοφραγμάτων, στα πρότυπα της γερμανικής αστυνομίας, ή η χρήση σφαιρών με αμπούλες χρώματος, που θα έβαφαν τα ρούχα των εμπλεκομένων σε επεισόδια, δίνοντας δυνατότητα σύλληψής τους αργότερα, στα πρότυπα της μεθόδου που χρησιμοποίησε η βρετανική αστυνομία για να αντιμετωπίσει του χούλιγκαν.

Ολα αυτά, όπως παραδέχονται αξιωματικοί της αστυνομίας, δείχνουν την απουσία συγκεκριμένου σχεδίου δράσης που θα ακολουθείται απαρέγκλιτα σε κάθε περίπτωση, με δυνατότητα κλιμάκωσης των αστυνομικών ενεργειών, ανάλογα με την κατάσταση που διαμορφώνεται κάθε φορά.

Αιφνιδιασμοί των κουκουλοφόρων

21 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Του Γιαννη Σουλιωτη, Η Καθημερινή, 21/12/2008

Ο αιφνιδιασμός αναδεικνύεται ως το ισχυρότερο όπλο των κουκουλοφόρων, διαπίστωση που επιβεβαιώνουν τα γεγονότα των τελευταίων ημερών. Αντί εκτεταμένων επεισοδίων στη διάρκεια συλλαλητηρίων (τακτική που ακολούθησαν την πρώτη εβδομάδα των ταραχών) αντιεξουσιαστές επιλέγουν καταδρομικές επιθέσεις εναντίον προεπιλεγμένων στόχων για τη συνέχιση της δράσης τους. Τακτική που μειώνει τον κίνδυνο σύλληψης και εξασφαλίζει «εντυπωσιακότερα» αποτελέσματα. Η πρόσφατη επίθεση με βροχή από βόμβες μολότοφ στην έδρα των ΥΜΕΤ (Υποδιεύθυνση Μέτρων Τάξης) στην Καισαριανή και ο εμπρησμός κλούβας των ΜΑΤ στην οδό Φειδιππίδου αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.

«Είναι αδύνατον να εξασφαλίζουμε φύλαξη παντού», σχολιάζουν οι αστυνομικοί και οι πρώτοι που το γνωρίζουν είναι οι ίδιοι οι «καταδρομείς». Τέσσερις ένστολοι τραυματίστηκαν (δύο από αυτούς υπέστησαν σοβαρά εγκαύματα), έξι υπηρεσιακά αυτοκίνητα υπέστησαν ζημιές, την ώρα που οι κουκουλοφόροι αποχωρούσαν δίχως να αφήσουν ίχνη πίσω τους. Το ίδιο συνέβη μετά τον εμπρησμό κλούβας, μέρα μεσημέρι, στο κέντρο της Αθήνας.

Μικρές ομάδες

Η συνταγή μοιάζει δοκιμασμένη από καιρό. Μικρές ευέλικτες ομάδες εφορμούν από κοντινές στον στόχο «καβάντζες» (αποφεύγουν να διανύουν μεγάλες αποστάσεις μεταφέροντας πολεμοφόδια) εξαπολύουν επίθεση από δύο, τουλάχιστον, διαφορετικά σημεία και διαλύονται προς διάφορες κατευθύνσεις. Τον περασμένο Οκτώβριο ομάδα κουκουλοφόρων εξαπέλυσε επίθεση εναντίον της τράπεζας Αττικής στην οδό Μαυρομιχάλη χρησιμοποιώντας βαριοπούλες, βενζίνη, γκαζάκια και βόμβες μολότοφ. Δύο υπάλληλοι κινδύνευσαν να παγιδευτούν στις φλόγες. Λίγες μέρες πριν, με πέτρες, μπογιές και καπνογόνα είχαν επιτεθεί εναντίον έδρας της Αγροφυλακής, στην οδό Καλλιρρόης. Τον περασμένο Μάρτιο ομάδα 15 ατόμων έκανε βανδαλισμούς στη Δημοτική Αστυνομία Παγκρατίου.

Μεγάλη επιχειρησιακή επιτυχία των «αντιεξουσιαστών» είχε θεωρηθεί ο εμπρησμός τον Μάρτιο του 2007 φυλακίου του επικεφαλής της φρουράς του Αγνωστου Στρατιώτη. Το ίδιο και η επίθεση (τον Ιούλιο του ίδιου έτους) εναντίον ενός θεωρητικώς καλά φυλασσόμενου στόχου: του υπουργείου Πολιτισμού, τη στιγμή μάλιστα που εξερχόταν από το κτίριο ο τότε υπουργός Γιώργος Βουλγαράκης. Τον Μάιο του 2007 τρωτό αποδεικνύονταν το τμήμα Εξαρχείων έπειτα από πρωτοφανή σε ένταση επίθεση με βόμβες μολότοφ. Λίγους μήνες πριν ο ουρανός της… Πεύκης φωτίζονταν από τις φλόγες που έκαιγαν το αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Η καταδρομική επίθεση στο αστυνομικό τμήμα Παπάγου τον Δεκέμβριο του 2006 λειτούργησε ως αφορμή για τον αποκλεισμό των δρόμων περιμετρικά των τμημάτων. Λίγες ημέρες νωρίτερα, δέκα κουκουλοφόροι επιτίθεντο εναντίον περιπολικού στη συμβολή Μαυρομματαίων και Ευελπίδων. Η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται…

Ψυχές μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες

21 Δεκεμβρίου, 2008 Σχολιάστε

Tου Παντελη Μπουκαλα, Η Καθημερινή, 21/12/2008

Στις παρέες του καθενός μας, εκεί όπου αναζητήσαμε νόημα μέσα στην τόση διάλυση, αλλά και στα αμέτρητα τηλεφωνήματά μας, οι συζητήσεις ήταν πολύ πιο ζωηρές και ζουμερές από αυτές που έγιναν και γίνονται τούτες τις φλογισμένες ημέρες στα γραφεία των κομμάτων, στις αίθουσες του Κοινοβουλίου, στα στούντιο της τηλεόρασης, η οποία παραμένει μέγας σκηνοθέτης της μικροϊστορίας μας. Απλή η εξήγηση: στα κόμματα, όσα, ανεξαρτήτως τίτλου και προϊστορίας, συγκροτούν το πολιτικό κατεστημένο, και στην τηλεόραση επίσης, κάποια στιγμή, την ώρα που γκρεμίζονταν όλες οι βιτρίνες του μέχρις υπνώσεως βαυκαλιστικού αυτοθαυμασμού μας, φάνηκε ότι αλλάζουν πολλά. Φάνηκε προς στιγμήν ότι ο πρωτότυπος, ανέκδοτος χαρακτήρας των γεγονότων και η ισχύς τους, η πανελλαδική εξάπλωσή τους, ο διεθνής τους αντίκτυπος και ο σαρωτικός αυθορμητισμός που τα διέκρινε έβγαλε για λίγο από τη νάρκη τους τους θεσμούς (και η τηλεόραση, στους θεσμούς συναριθμείται πια, αυτή είναι η μετανεωτερκή Βουλή, αυτήν έβλεπε και ο πρωθυπουργός, κι όχι μόνο για να πληροφορείται, αλλά και για να κρίνει αν πρέπει να δράσει και πώς, αφού ανήκει κι αυτός στην τάξη των πολιτικών που γνωρίζει τον δήμο μόνο από τις δημοσκοπήσεις και τις εικονικές του αναπαραστάσεις).

Αλλά τελικά επρόκειτο για ψευδαίσθηση. Τίποτε δεν είχε αλλάξει, διότι τίποτε δεν είναι δυνατόν να αλλάξει. Ακόμα και ο τόσος έπαινος που επιδαψίλευσαν στο «υπεύθυνο ΚΚΕ» οι κυβερνητικοί προύχοντες και οι λαϊκορθόξοξοι «συναγερμένοι» της ακροδεξιάς, αναμενόμενος ήταν, ενδοσυστημικός. Ενα κόμμα που τρέμει το αυθόρμητο και βδελύσσεται το ακαπέλωτο, και οι πορείες του οποίου γίνονται έξω από τον πραγματικό κόσμο, σε έναν άλλον κόσμο, παράλληλο, αυτόκλειστο και αυτοσυντηρούμενο, ποιον άλλον να ενοχλήσει εκτός ίσως από τα μέλη του εκείνα που έχουν αρχίσει να κατανοούν ότι η αναμονή του «καθαρού προλεταριακού κινήματος» δεν διαφέρει σε πολλά από την αναμονή της Δευτέρας Παρουσίας και ότι εκείνη η διά της «Πανσπουδαστικής Νο 8 οξύτατη καταγγελία της ίδιας της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, το 1973, σαν «προβοκάτσιας», έχει αφήσει ανεξίτηλα και καθοδηγητικά τα σημάδια της;

Κάποιες ανούσιες μικροαλλαγές ήταν βέβαια ευδιάκριτες: Τα βαριά στελέχη των δύο πυλώνων του κυβερνητισμού, της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, χάθηκαν από τη γυάλινη επικράτεια τις πρώτες ημέρες κι ώσπου να καταλαγιάσουν κάπως τα πράγματα, προφανώς για να μην καούν αναμασώντας τις κοινοτοπίες της ένοχης αμηχανίας τους. Κι έμεινε έτσι ολόκληρη κυβέρνηση «της κεντροδεξιάς και του μεσαίου χώρου» να εκπροσωπείται από ό,τι χαμηλότερο πολιτικά και αντιδραστικότερο, τον κ. Αργύρη Ντινόπουλο και τον κ. Γεράσιμο Γιακουμάτο· από την πλευρά του, το ΠΑΣΟΚ, που οι Πάγκαλοί του κι οι Βενιζέλοι του είχαν χαθεί από το προσκήνιο καίτοι φανατικοί της δημοσιότητας, το εκπροσωπούσε ο κ. Νίκος Μπίστης, που λοιδόρησε σκαιότατα το αίτημα να διαλυθούν τα ΜΑΤ, προφανώς επειδή έχει λησμονήσει ότι κάποτε το φώναζε και αυτός μέσα από τις τάξεις του τότε ιδεολογικού του χώρου. Α, ναι, έκανε κάποιες δηλώσεις και ο κ. Γιώργος Παπανδρέου, που πήγαινε ψάχνοντας, περισσότερο ασαφής και με περισσότερο ανελλήνιστη γλώσσα από κάθε άλλη φορά, έντρομος μπροστά στην πιθανότητα να πάρει την εξουσία, μια εξουσία που (αυτό μοιάζει να το καταλαβαίνει κι ο ίδιος ώρες ώρες) κανένας δεν τη δικαιούται λόγω ονόματος και μόνο, λόγω κληρονομίας. Το μόνο που φαίνεται ότι θυμόταν πολύ καλά ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου είναι ότι ο πατέρας του, ο Α. Γ. Παπανδρέου, χρωστούσε ένα κομμάτι της εξουσίας που κατέκτησε το 1981 στο γεγονός ότι τον Νοέμβριο του 1980, μετά την (ατιμώρητη βέβαια) δολοφονία του Ιάκωβου Κουμή και της Σταματίνας Κανελλοπούλου από τα κλομπ και τις σφαίρες των ΜΑΤ, αυτός και το κόμμα του εμφανίστηκαν σαν η δύναμη της τάξης, της πυγμής και του νόμου (η πυγμή αυτή αποκαλύφθηκε τον Νοέμβριο του 1985 με την επίσης ατιμώρητη διολοφονία του δεκαπεντάχρονου Μιχάλη Καλτεζά), αποσπώντας έτσι την εμπιστοσύνη και την ψήφο των «νοικοκυραίων». Αυτό ακριβώς το πατρικό παράδειγμα υπαγόρευσε τη (μη) δράση του σημερινού αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος, μετά τον έναν νεκρό τώρα, τον δεκαπεντάχρονο Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, εμφάνισε επίσης το κόμμα του σαν δύναμη πυγμής, τάξης και ασφάλειας, αλιεύοντας στην ίδια δεξαμενή ψήφων, των έμφοβων «μέσων Ελλήνων»· για τούτο και η δημόσια «παρέμβασή» του περιορίστηκε στο άναμμα κεριών στο Περιστέρι.

Συμβατική, συμβατικότατη και ολίγιστη υπήρξε η σκέψη που παρήχθη στο εσωτερικό των κυβερνητικών κομμάτων τούτες τις μέρες, πιθανότατα επειδή συμβατικά, ρηχά, επιπόλαια ήταν και τα αισθήματα που τους προκάλεσε η αλληλουχία των γεγονότων. Για όσους έχουν μάθει να εξουσιάζουν, για όσους δηλαδή έχουν μάθει να μετρούν και τις ψυχές σαν αριθμούς, ακόμα κι ένας θάνατος, μια δολοφονία ενός δεκαπεντάχρονου, είναι αφομοιώσιμο γεγονός, μια «παράπλευρη απώλεια» που κοστίζει όσο μια ανακοίνωση συλλυπητηρίων. Δεν συγκινήθηκαν, δεν ταρακουνήθηκαν, απλώς υποκρίθηκαν. Και δίχως αισθήματα, νέα, θερμά, γνήσια αισθήματα, δεν παράγεται σκέψη, δεν παράγεται άλλη σκέψη από εκείνη τη χαμηλότατης στάθμης που παραγόταν ώς τώρα. Εσπευσαν βέβαια πάμπολλα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη, όσα είναι ήδη θρονιασμένα στην εξουσία κι όσα ελπίζουν ότι έρχεται η ώρα τους, αφού το απελπιστικό εκκρεμές Καραμανλής-Παπανδρέου-Καραμανλής-Παπανδρέου έδειξε να κινείται πάλι, να δηλώσουν με θεατρικά σπασμένη φωνή ότι «πρέπει ν’ ακούσουμε τα παιδιά» (οι πιο «λαϊκοί» προτιμούσαν το ρήμα «αφουγκραστούμε»). Και ενόσω υποτίθεται ότι τέντωναν τ’ αυτιά τους για ν’ ακούσουν καλύτερα, μίλαγαν, μίλαγαν ακατάπαυστα, μηρυκάζοντας λέξεις που τους έχουν υπεξαιρέσει όλο το νόημα («μέλλον», «αυτοκριτική», «σεβασμός», «δημοκρατία», «ισονομία», «αξιοκρατία», «όνειρο, «δικαιώματα, «ελευθερίες»), λέξεις που ποτέ δεν τις πίστεψαν και ποτέ δεν θα τις πιστέψουν. Κι όταν πια οι κάμερες αποσύρθηκαν συντονισμένες από τους δρόμους, οι «ευήκοοι» βιάστηκαν να πετάξουν τη μάσκα και να επιστρέψουν στο βαλτωμένο λιμάνι της εγωπάθειάς τους, ν’ ακούνε μόνο τον εαυτό τους, να μαγεύονται. Το ίδιο ακριβώς έπραξαν και οι προεστοί της τηλεόρασης, της πρωινής ζώνης της μεσημεριάτικης, των ειδήσεων: κουράστηκαν γρήγορα κι αυτοί να παριστάνουν ότι «ακούνε τα παιδιά» και να προσπαθούν να μιλήσουν μια γλώσσα που τους προκαλεί αλλεργία και επανέκαμψαν στην πεπατημένη τους η οποία, σαν γυάλινη, είναι πια ραγισμένη, αν και οι ίδιοι δεν φαίνεται να το έχουν συνειδητοποιήσει.

Στις συζητήσεις των «ανωνύμων», ωστόσο, γύρω από ένα τραπέζι ή και διά του τηλεφώνου, ανταλλάσσονταν αισθήματα, γι’ αυτό και σχηματίζονταν σκέψεις, μπερδεμένες ίσως και θυμικής καταγωγής, πάντως ζεστές, ανθρώπινες, με την αυθεντική αγωνία τους και την ουσιαστική έγνοια τους, με τη σκληρή κριτική τους και τη σκληρότερη αυτοκριτική τους, συμπυκνωμένη σε τούτη τη φρασούλα: «Τα μούτρα μας σπάνε με τις πέτρες τους τα παιδιά», όσα τέλος πάντων τις πετάνε. Τα μούτρα μας, δηλαδή και τα δικά τους μούτρα, τα μελλοντικά, αν μείνουν εγκλωβισμένα στη δική μας διαδρομή, μέσα στον κόσμο που ετοιμάσαμε και τους παραδώσαμε· έναν κόσμο που εκλύει βία, αυθαιρεσία, ατομικισμό, αγοραφοβία και υλοφροσύνη σχεδόν από όλους τους πόρους του, και οπωσδήποτε από όλους τους θεσμούς του. Εμείς πάντως, οι «μεγάλοι», οι «ώριμοι», μετά το πρώτο ξάφνιασμα και την αρχική υποκριτική εκδήλωση ενδιαφέροντος, κάνουμε ό,τι μπορούμε να τα κρατήσουμε εγκλωβισμένα. Γέμισε πάλι παιδονόμους ο τόπος· με αυστηρότερους ανάμεσά τους εκείνες τις «ψυχές τις μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες» του Σεφέρη που μια βδομάδα πριν παρίσταναν ότι «αφουγκράζονται τα παιδιά».